Σάββατο 25 Δεκεμβρίου 2010

XΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ

Να άλλο ένα κείμενο της φίλης Νοέλ Μπάξερ

Οι Τρεις Μάγοι με τα δωράκια

Η λύπη έχει κρυφτεί καλά πίσω από την λάμψη. Άμα φανεί, υποσχέθηκε, θα παριστάνει την χαρούμενη. Τα φωτεινά λαμπιόνια στα μπαλκόνια κρύβουν πίσω τους την σκοτεινή διάθεση του κόσμου. Αναβοσβήνουν για να τραβήξουν την προσοχή, όπως κάνουμε όταν στέλνουμε μήνυμα sos. Και ο Άη Βασίλης που σκαρφαλώνει στον εξωτερικό τοίχο σαν διαρρήκτης, για καλή του τύχη είναι ψεύτικος (ούτε αυτός ο Άγιος Βασίλης, μάτια μου, είναι αληθινός) και θα σταματήσει εκεί, στο άνοιγμα της γρίλιας. Ευτυχώς γι’ αυτόν, γιατί μέσα στο σπίτι πιθανόν να τον περίμενε μια ψυχή μαύρη.

Άνθρωποι που ασφυκτιούμε, άρα γνωρίζουμε καλά από ασφυξία, και παρ’ όλα αυτά τυλίγουμε σφιχτά διάφορα κορδόνια με λαμπιόνια γύρω από κολόνες της ΔΕΗ, λερωμένους στύλους και μισοξεραμένα δεντράκια που περιμένουν να βρέξει ο ουρανός να ποτιστούν, τόσο αγνοημένα είναι όλον τον υπόλοιπο χρόνο. Το σχοινί με τα λαμπάκια σφίγγει το δεντράκι σαν εφαρμοστό πουλόβερ με γυριστό γιακά. «Ασφυκτιώ!» θέλει το δέντρο να φωνάξει, όπως μάταια φώναζε «Διψώ!» το καλοκαίρι. «Υπομονή! Γίνεται για χάρη των παιδιών», το πείθουμε.

Στην εορταστική ατμόσφαιρα που δέχτηκε και πρόσθεσε η Γη στις ατμόσφαιρές της, προγραμματισμένη όμως αυτή να εξατμιστεί την επόμενη των Φώτων, το Άστρο της Βηθλεέμ αναβοσβήνει κι αυτό σαν παλιός λαμπτήρας που πάει να καεί. Μπερδεύεται η λάμψη του με τα φώτα στα μπαλκόνια μας. Δυσκολεύεται να βρει το δρόμο του να ενωθεί με το αστεράκι στην κορυφή του χριστουγεννιάτικου δέντρου μας, να το ακουμπήσει και να του δώσει φως από το φως του, όπως στην Ανάσταση. Ξεγελιούνται και οι Μάγοι από το δυνατό φως, δεν ξέρουν προς τα πού να πάνε τα δώρα τους, το χρυσό, το λιβάνι και την σμύρνα. Α, την σμύρνα. Εσπευσμένα χρειαζόμαστε λίγη σμύρνα. Κάτι έχει χαλάσει. Τον τελευταίο καιρό δεν μυρίζει ωραία. Τα αδέσποτα λαγωνικά έχουν φύγει. Αλυχτούν αλλού. Ψάχνουν κι αυτά ένα σπήλαιο.

Οι Τρεις Μάγοι περιπλανιώνται χαμένοι στις γειτονιές μας και τα προάστεια. Οι απόγονοι του προφήτη Βαλαάμ, στην έρημο της πόλης μας. Βαδίζουν ένας ένας στην σειρά, έτσι όπως τους τοποθετούμε πλάι στην φάτνη, σπίτι μας. Ώσπου διασταυρώνονται με την Κάθοδο των Μυρίων της εποχής μας, τους ανέργους. Απόγονοι άλλου ένδοξου παρελθόντος αυτοί. Όντας μόνο τρεις, οι Μάγοι κάνουν στην άκρη να περάσει το πλήθος των ανθρώπων που δεν έχουν δουλειά κι ως εκ τούτου δεν έχουν να προσκομίσουν δώρα. Οι Μάγοι τούς παρατηρούν, μαθημένοι να διαβάζουν τ’ άστρα. Κάνουν στροφή και τους ακολουθούν. Βαδίζουν πίσω από τους ανέργους μας πατώντας προσεκτικά στο χνάρι της πατημασιάς τους ώστε να μην μείνει ίχνος από τον μύθο στο πέρασμά του. Μια αχνή στοργή μόνο νιώθουμε όταν οι Μάγοι μάς προσπερνάνε, σαν χάδι του νοτιά, και αναρωτιόμαστε στο καταχείμωνο από πού ήρθε. Κοιτάμε ψηλά. Οι Μάγοι μάς έκαναν και κοιτάμε αισιόδοξα. «Καλά Χριστούγεννα!», ευχόμαστε στον διπλανό μας. Μαγικά νιώθουμε ότι η ευχή μας θα πιάσει, γι’ αυτό την επαναλαμβάνουμε δεξιά κι αριστερά. Λέγοντάς την συνειδητοποιούμε ότι δεν χρειάζεται πολλά, μια πνοή του νοτιά αρκεί, για να ξανααισθανθούμε ευτυχισμένοι.

Χωρίς φέτος ευδιάκριτο Άστρο της Βηθλεέμ να τους οδηγεί, οι Τρεις Μάγοι τείνουν το αυτί να πιάσουν βρεφικό κλάμα, να οδηγηθούν σαν μάνες προς το νεογέννητο. Έστω να βρουν έτσι το Θείο Βρέφος. Όμως κλάματα ακούν όπου κι αν στραφούν. Με τους χιτώνες και τις κάπες τους περιστρέφονται γύρω γύρω, σαν να τυλίγουν γύρω από το σώμα τους κι αυτοί μια μη ορατή αλυσίδα από λαμπιόνια. Ασφυκτιούν! Έως και οι Μάγοι ασφυκτιούν! (Χαίρεται το δέντρο.) Ο γέροντας Μελχιόρ, ο νεαρός Γάσπαρ και ο μελαψός Βαλτάσαρ περιστρέφονται ανεμίζοντας τα δώρα τους στον αέρα για να μην χαλάσουν, μην και τα καταπιεί η δίνη της περιστροφής και των καιρών, και σαρώνουν ήχους, όμως από παντού φτάνει ως αυτούς ήχος από κλάμα. Το βουβό, συμφωνούν, είναι το πιο εκκωφαντικό. Αφήνουν τα δώρα κάτω και με τις παλάμες τους κλείνουν τα αυτιά τους. Φέτος δεν θα έχει ο Χριστούλης δώρα.

Ούτε ο Βασιλάκης ούτε ο Κωστάκης ούτε το Κατερινάκι θα έχουν δώρα, Μάγε.

Ο Βαλτάσαρ μάς τείνει την σμύρνα.
(Το δώρο του να πιάσει τόπο.)
Σπρώχνουμε μαλακά τα βρέφη μας προς τα εκεί.

Το φως δεν κατάφερε να κρύψει την τόσο μεγάλη, μαζεμένη λύπη! Όπως το υποσχέθηκε, η λύπη θα παριστάνει την χαρούμενη. Σε πολλά σπίτια, φέτος, ο σάκος του Άη Βασίλη είναι ένας πεταμένος μαύρος πλαστικός των σκουπιδιών.

Σκέψη στο περιθώριο
Να ευχηθώ Καλά Χριστούγεννα!

Νοέλ Μπάξερ
Ένα χριστουγεννιάτικο κείμενό μου για την ανεργία

1 σχόλιο: